Barravento

Παραγωγή: Βραζιλία 1962 

Διάρκεια: 78 λεπτά

Είδος: Δράμα

* * * ½

Σκηνοθεσία: Glauber Rocha

Πρωταγωνιστούν: Antonio Pitanga, Luiza Maranhão, Lucy de Carvalho, Aldo Teixeira, Lidio Silva, Edmundo Albuquerque, Francisco dos Santos Brito, Hélio de Oliveira, Antônio Carlos dos Santos, João Gama.

ΣΥΝΟΨΗ: Σε ένα ψαροχώρι της Μπαΐα, στη Βόρεια Βραζιλία, οι κάτοικοι, απόγονοι σκλάβων από την Αφρική, ζουν με τις μυστικιστικές τους παραδόσεις. Η επιστροφή του Φιρμίνο, που είχε φύγει πριν χρόνια στην πρωτεύουσα για να ξεφύγει από τη φτώχεια, ξυπνάει παλιές εντάσεις. Ο Φιρμίνο αρνείται τη φαταλιστική αντιμετώπιση των συντοπιτών του, και τους προτρέπει να εξεγερθούν ενάντια στον ιδιοκτήτη των διχτυών που χρησιμοποιούν για το ψάρεμα.

 

Άνθρωποι ένα με τη φύση που ζουν λατρεύοντας τη Θεά της Θάλασσας και οι ζωές τους ανατρέπονται από ένα Γύρισμα του Ανέμου. Και πάλι ξεκινούν τραγουδώντας και χορεύοντας από την αρχή, μέχρι ο έξω κόσμος να εισβάλει με την μορφή του άσωτου υιού που επιστρέφει για να αποδομήσει το μικρό ανιμιστικό τους βασίλειο, το χτισμένο στην άμμο που βρέχει απειλητικά ο Ατλαντικός.

Έχουν περάσει εξήντα χρόνια από αυτό το μετανεορεαλιστικό διαμάντι της παγκόσμιας κινηματογραφικής πρωτοπορίας και η αισθητική του δύναμη παραμένει αναλλοίωτη, όσο και δυσνόητο να είναι το βραζιλιάνικο φολκλόρ για τον ξένο θεατή. Νεορεαλισμός και Σαντερία, Ανέχεια και Σάμπα, Έρωτας και Μαγεία, συνδυάζονται σε ένα μεγάλης πνοής οπτικό ποίημα που σε κάνει ασυναίσθητα να κουνάς ρυθμικά τα πόδια σου καθώς παρατηρείς τις παθιασμένες χορευτικές φιγούρες των πρωταγωνιστών μιας φαταλιστικής ανθρώπινης τελετουργίας.   

Σκηνοθετικό ντεμπούτο του Γκλάουμπερ Ρόχα, του σημαντικότερου εκπροσώπου της βραζιλιάνικης κινηματογραφικής αβανγκάρντ και μια από τις βασικές ταινίες του βραζιλιάνικου κινήματος Cinema Novo της δεκαετίας του ‘60. Ο ίδιος ο Ρόχα λέει για την ταινία: “Πολλά στοιχεία της ταινίας είναι από τα πράγματα που με απασχολούν: η μυθική μοιρολατρία, η πολιτική αναταραχή και η σχέση μεταξύ ποίησης και λυρισμού, μια περίπλοκη σχέση μέσα σε έναν βάρβαρο κόσμο. Είναι ένα κινηματογραφικό δοκίμιο, μια εμπειρία μύησης." 

Διανομή: NEW STAR 

Στις αίθουσες από 11.08.22 

 

Το Cinema Novo

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, εμφανίστηκε το αισθητικό κινηματογραφικό ρεύμα του cinema novo (σινέμα νόβο=Νέος κινηματογράφος), που συγκροτήθηκε από λατινοαμερικάνους κινηματογραφιστές auteurs στη Βραζιλία. Το σινέμα νόβο επηρεάστηκε έντονα από την τότε κυβερνητική απελευθερωτική πολιτική και ενσωμάτωσε τους πολλαπλούς αγώνες και τις αντιφάσεις, που είχαν να κάνουν με την ιδέα ότι ο κινηματογράφος μπορεί να λειτουργήσει ως μια δύναμη που απελευθερώνει. Το 1949, η φιλελεύθερη κυβέρνηση της Βραζιλίας θέλησε να οργανώσει εταιρεία με εισαγόμενους σκηνοθέτες διεθνούς κύρους. Το σχέδιο δε λειτούργησε και στη θέση των μεγάλων ονομάτων εμφανίστηκαν λατινοαμερικάνοι auteurs. Στο ξεκίνημά τους γύρισαν ταινίες με σαφή επηρεασμό από τον ιταλικό νεορεαλισμό. Έκαναν χρήση μικρών συνεργείων και οι ταινίες είχαν χαμηλό κόστος παραγωγής. Πραγματεύονταν κοινωνικά θέματα, κυρίως αυτό της φτώχειας και της πείνας και γυρίστηκαν με πολλούς κόπους και δυσκολίες. Στη συνέχεια οι κινηματογραφιστές επηρεάστηκαν από την ευρωπαϊκή αισθητική, και κυρίως τη νουβέλ βαγκ. Το 1964, έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα στη Βραζιλία, και το καθεστώς πήρε μέτρα εναντίον του σινέμα νόβο. Έτσι, μόλις οχτώ χρόνια μετά την έναρξή του, έληξε αυτό το αισθητικό κίνημα. Οι δημιουργοί του φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν. Πρόλαβε όμως να εκπέμψει το στίγμα του παγκόσμια και να ευαισθητοποιήσει το κοινό και τους κινηματογραφιστές. Εκτός από την εμφανή επιρροή του ιταλικού νεορεαλισμού στο σώμα όλων των ταινιών του, το cinema novo διατρέχεται επίσης, από έναν λυρισμό που συναντάμε στο έργο του Αϊζενστάιν, από το μπαρόκ μερικών έργων του Όρσον Ουέλς και από τον αποστασιοποιημένο διδακτισμό του Μπρεχτ και του Γκοντάρ. Αυτά τα στοιχεία συγχωνεύονται με τη βραζιλιάνικη κουλτούρα και το εθνικό φολκλόρ και καταλήγουν σε μια ιδιότυπη «αισθητική της βίας». 

Βιογραφικό σημείωμα του σκηνοθέτη:

O Glauber de Andrade Rocha (1939-1981), σκηνοθέτης, ηθοποιός και συγγραφέας, θεωρείται από τους μεγαλύτερους Βραζιλιάνους κινηματογραφικούς δημιουργούς όλων των εποχών και δημιουργός του Cinema Novo στη δεκαετία του 1960. Γεννήθηκε στη Vitória da Conquista της Bahia και αργότερα εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Σαλβαδόρ όπου φοίτησε σε ένα περίφημο Πρεσβυτεριανό σχολείο. Η ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο ξεκινάει το 1959, και κορυφώνεται την επόμενη δεκαετία με τη διάσημη τριλογία του Μαύρος θεός λευκός διάβολος (1964)/ Γη σε έκσταση (1967)/ Αντόνιο ντας Μόρτες (1969). Μαχητικός ακροαριστερός διανοούμενος επίσης, εγκατέλειψε την πατρίδα του το 1971, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στη Βραζιλία, και έζησε πολλά χρόνια στην Ισπανία, στη Χιλή και στην Πορτογαλία. Οι ταινίες του εντυπωσιάζουν με την ιδιότυπη μίξη οξύτατα εκφρασμένων πολιτικών θεμάτων, μυστικισμού και φολκλόρ, με ιδιαίτερη φωτογραφία και ύφος (που εγγίζει κάτι το οποίο θα λέγαμε λαϊκός σουρεαλισμός). Το Barravento (κατά λέξη, «αλλαγή ανέμου») είναι η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, και προδρομικό έργο τού Cinema Novo, ταυτόχρονα φόρος τιμής στον ιταλικό νεορεαλισμό. Αν η φυσιογνωμία του Glauber Rocha έχει συνολικά κάτι από Pasolini, αυτή η ταινία του 1961 μοιάζει να ξαναγράφει σε ένα ιδιότυπο βραζιλιανικό κλειδί το La terra trema του Visconti: μια ιστορία ψαράδων από τη Μπαΐα της Βραζιλίας, όπου η φτώχεια, η εκμετάλλευση και ο κίνδυνος συμπλέκονται με το Καποέιρα, τη λατρεία του Καντομπλέ και τον λυρικό αισθησιασμό, προαναγγέλλοντας σε ασπρόμαυρο τα μεγάλα θέματα της κινηματογραφίας του Glauber Rocha.