Τοπίο στην Ομίχλη: Από 29/06 στο Studio New Star

Από 29/06, αποκλειστικά στο STUDIO new star art cinema, έρχεται το ΤΟΠΙΟ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ (Landscape In The Mist) του μεγάλου Έλληνα κινηματογραφιστή.

"Δεν έχω άλλον τρόπο λύτρωσης παρά τις ιστορίες που αφηγούμαι..." Θ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Το Τοπίο στην ομίχλη είναι η πρόωρη ενηλικίωση και η απώλεια της αθωότητας. 

Η όγδοη κατά σειρά μεγάλου μήκους ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, προβάλλεται στα πλαίσια του αφιερώματος «2023, Έτος Θ. Αγγελόπουλου» που διοργανώνει η NEW STAR σε συνεργασία με την οικογένεια του Θόδωρου Αγγελόπουλου. 

Υπενθυμίζουμε ότι κάθε μήνα θα προβάλλεται και μία ταινία του μεγάλου Έλληνα δημιουργού, μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023. 

ΣΥΝΟΨΗ

Η Βούλα κι ο Αλέξανδρος είναι δυο παιδιά, αδέλφια, που ο πατέρας τους δουλεύει μετανάστης στη Γερμανία. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η απάντηση που τους δίνει η μητέρα τους όταν εκείνα τον αναζητούν. Μια μέρα, επιβιβάζονται σ' ένα τρένο που νομίζουν ότι θα τους μεταφέρει στη Γερμανία. Το ταξίδι τους δε φαίνεται να πραγματοποιείται. O προορισμός απομακρύνεται όσο τα δυο παιδιά εμπλέκονται σε μια διαρκή αντιπαράθεση με την πραγματικότητα, που τους «καθυστερεί» σε διάφορους ενδιάμεσους σταθμούς κατά μήκος της χώρας. Μετά από μια σκληρή περιπλάνηση στη ζωή και την ενηλικίωση, θα φτάσουν σ' εκείνο το σύνορο, πέρα απ' το οποίο πιστεύουν ότι θα βρουν τελικά έναν πατέρα, που αντιπροσωπεύει γι’ αυτά μια ελπίδα. Αν, μετά την έρημη και παρακμασμένη χώρα που διέτρεξαν, υπάρχει η «Γερμανία» πέρα απ' αυτό το σύνορο, τότε υπάρχει ελπίδα τα παιδιά να βρουν μόνα τους το δρόμο για να βγουν απ' τον δικό μας χαοτικό κόσμο.

Μια λυρική ταινία δρόμου μέσα από γκρίζα και μουντά τοπία, τοπία της Ελλάδας, ένα πραγματικό τοπίο στην ομίχλη, που μαγεύει μέσα από την εικόνα και τη σκηνοθετική ευαισθησία του Θ. Αγγελόπουλου. 

Βραβεία :

ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ, 1989

Felix Καλύτερης Ευρωπαϊκής Ταινίας της Χρονιάς,

 

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, 1988

Αργυρό Λιοντάρι Καλύτερης Σκηνοθεσίας

FIPRESCI - Διεθνούς Ένωσης Κριτικών

 

ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΙΚΑΓΟ, 1988

Gold Hugo Καλύτερης Σκηνοθεσίας

Silver Plaque Καλύτερης Φωτογραφίας (Γιώργος Αρβανίτης)

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Σενάριο:Θόδωρος Αγγελόπουλος

Διεύθυνση φωτογραφίας:Γιώργος Αρβανίτης

Μουσική:Ελένη Καραϊνδρου

Ηθοποιοί:Μιχάλης Ζέκε, Τάνια Παλαιολόγου, Στράτος Τζώρτζογλου

 

Διάρκεια:126

 

 

Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ

Όλες οι ταινίες του Αγγελόπουλου θα μπορούσαν να έχουν αν όχι τον ίδιο τίτλο, τουλάχιστον τον ίδιο διευκρινιστικό υπότιτλο: «τοπίο στην ομίχλη». Η ομίχλη στην Ελλάδα δεν είναι το γνωστό, συνηθισμένο μετεωρολογικό φαινόμενο. Το ελληνικό τοπίο το συνηθίσαμε ηλιόλουστο. Κι ωστόσο τα φιλμικά τοπία στις ταινίες του Αγγελόπουλου είναι μουντά, βροχερά, χιονισμένα, παγωμένα, υγρά. Τοπία βόρεια, ομιχλώδη.

Όμως, παρά την κάθε άλλο ελληνική υγρασία τους, οι ταινίες του Αγγελόπουλου είναι βαθιά κι ουσιαστικά ελληνικές: η ομίχλη στην Ελλάδα δεν είναι μετεωρολογικό φαινόμενο, είναι ιστορικό. Σε έναν τόπο που μαθαίνει κάποιος να σκέφτεται εθνικά (και να γίνεται «εθνικόφρων») εντός του αστυνομικού τμήματος, αυτόματα κι αμέσως μετά την υπογραφή της «δηλώσεως μετανοίας», σε έναν τόπο όπου η πίστη στην χριστιανική παραλλαγή του θεού κι η πίστη στην ελληνική εκδοχή της «αγάπης για την πατρίδα» έχουν ταυτιστεί σε σημείο που να μη ξέρεις αν υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στον ενωμοτάρχη, που εκπροσωπεί την ταυτισμένη με το κράτος πατρίδα, και τον παπά, που εκπροσωπεί τον ταυτισμένο με το ορθόδοξο δόγμα θεό, σε έναν τόπο που οι μακρινοί πρόγονοι έχουν πάρει όλοι τη μορφή, είτε του παπά είτε του χωροφύλακα, σε αυτόν εδώ τον τόπο των πολλαπλών συγχύσεων, το ελληνικό ιστορικό τοπίο δε μπορεί παρά να είναι ομιχλώδες. 

Κι η ελληνική παραλλαγή της μαζικής μας σχιζοφρένειας δε μπορεί παρά να έχει τη ρίζα της, στη σύγκρουση ανάμεσα στο φωτεινό, ελληνικό τοπίο, που όλοι το βλέπουμε με τα μάτια μας, και στο ομιχλώδες ελληνικό τοπίο που οι ευαίσθητοι το βλέπουν με το νου τους, όχι όμως με την αυθαιρεσία της φαντασίας τους, παρότι το φαντασιακό εδώ (προσοχή: όχι το φανταστικό) είναι απολύτως αναγκαίο για να δει κάποιος, πίσω από τον ήλιο και το φως την ομιχλώδη ελληνική πραγματικότητα. 

Οι ταινίες του Αγγελόπουλου είναι ποιητικά ιστορικές. Σε καμία περίπτωση όμως δεν είναι ανιστόρητες. Άλλωστε, η ποίηση είναι ο μόνος τρόπος που έχει ένας ευαίσθητος άνθρωπος να παραμερίσει την ιστορική ομίχλη που χρόνια ατελείωτα τώρα δημιουργούν τεχνηέντως οι ακαδημαϊκοί, οι επίσημοι «σκηνοθέτες» της ιστορίας μας, και στη θέση της να βάλει το ποιητικά διφορούμενο, που κι αυτό βέβαια είναι ομιχλώδες, όμως δε λειτουργεί σαν προπέτασμα για να κρυφτεί πίσω του η αλήθεια. Αντίθετα, η ομιχλώδης ασάφεια της ποίησης, μόνο αυτή, θα μπορούσε να σκίσει το παραπέτασμα της ιστορικής μας ομίχλης και να αποκαλύψει το πραγματικό, ελληνικό τοπίο πίσω από την ομίχλη. Γιατί υπάρχει όντως ένα τοπίο στην ομίχλη, μόνο που πρέπει να σκίσεις το παραπέτασμα της ιστορικής ομίχλης για να το δεις. Ακριβώς όπως κάνει ο μικρός στο τέλος της ταινίας. Ακριβώς όπως κάνει ο Αγγελόπουλος σε όλες του τις ταινίες. 

Ο μικρός Αλέξανδρος της ταινίας, φερμένος εδώ από άλλες ταινίες του ίδιου σκηνοθέτη, κι ο μεγαλέξαντρος του μύθου (προσοχή, όχι ο μέγας Αλέξανδρος της ιστορίας) είναι το ίδιο πρόσωπο: ο ποιητής Αγγελόπουλος (ας ξαναθυμηθούμε το «η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ» του Φλομπέρ), που ως άλλος Μεγαλέξανδρος αναλαμβάνει να σκοτώσει το δράκο της ακαδημαϊκής ιστορίας (και της ακαδημαϊκής αισθητικής) με την ελπίδα πως το τοπίο θα φανεί επιτέλους πίσω από την ομίχλη. Γιατί το τοπίο υπάρχει. Όμως δεν είναι αυτό που μας προτείνουν οι «εγκεκριμένες» από το υπουργείο παιδείας ιστορίες, που κάνουν την έλλειψη πολιτισμού ενδημική κατάσταση εντός του υπουργείου πολιτισμού, που μόνο αυτοί που το ίδρυσαν ξέρουν γιατί το ονόμασαν έτσι. 

Άλλωστε, ο όποιος νεοελληνικός πολιτισμός δεν παράγεται στα υπουργεία, παράγεται από κάποιους ελευθερόφρονες, ελεύθερους σκοπευτές σαν τον Αγγελόπουλο, που περιφέρουν την απελπισία τους και τον πόνο τους, από έργο σε έργο, με την ελπίδα πως η ποίηση θα κάνει και πάλι το θαύμα της, θα διαλύσει την ομίχλη, και το τοπίο, λαμπρό κι ηλιόλουστο, θα ξαναφανεί πίσω από το σκισμένο από τον ποιητή παραπέτασμα. Σε τελική ανάλυση, ο Αγγελόπουλος δεν είναι απαισιόδοξος, παρόλο που το ομιχλώδες και βροχερό των ταινιών του (φυσικά κι η «ομιχλώδης» προβληματική τους) θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εύκολα μια τέτοια παρανόηση σε ανθρώπους εθισμένους, από τις απλοϊκές προφάνειες, στο να ταυτίζουν την αισιοδοξία με το φως και την απαισιοδοξία με την έλλειψη φωτός. 

Όμως, εκτός του αυτονόητου γεγονότος πως μια ταινία για να γίνει χρειάζεται οπωσδήποτε φως, θα μπορούσαμε επί του προκειμένου να επικαλεστούμε και το επιχείρημα πως ο πολιτισμός δεν έχει πλέον ανάγκη από τις καλές μετεωρολογικές συνθήκες για να υπάρξει ως τέτοιος. Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, που πρωτοεμφανίστηκε στη μεσόγειο, όχι μόνο εξαιτίας της προνομιούχου γεωγραφικής της θέσης που την έφερνε σε συνεχή επαφή με άλλους πολιτισμούς, προγενέστερους, αλλά κι εξαιτίας της μετεωρολογικής της ηπιότητας, εδώ και πολλούς αιώνες μετακινήθηκε προς βορρά, σε τοπία ομιχλώδη. Εξοπλισμένος ο πολιτισμός με τις κατακτήσεις του εντός του ήπιου μεσογειακού κλίματος, μπορούσε πλέον να ταξιδέψει άνετα προς βορρά, κι έτσι να αποδεσμευτεί για πάντα από τις κλιματολογικές συνθήκες. 

Λοιπόν, φως στην Ελλάδα υπήρχε μέχρι το δεύτερο προ χριστού αιώνα περίπου. Από τότε, άρχισε να εγκαθίσταται σε αυτόν τον τόπο η ομίχλη. Αυτή που δε μας επιτρέπει πλέον να δούμε το τοπίο πίσω της. Ο Αγγελόπουλος με όλες τις ταινίες του, επιχειρεί είτε να επισημάνει, είτε να παραμερίσει την ομίχλη, ώστε να δούμε πίσω της το πραγματικό τοπίο. Τούτο το δύσκολο έργο, αν δεν το αναλάβουν οι ποιητές υπεύθυνα, είμαστε οριστικά χαμένοι. Γιατί οι ιστορικοί απέτυχαν. Άλλωστε, οι πλείστοι των ιστορικών στην Ελλάδα, εκτός από δημόσιοι υπάλληλοι μισθοδοτούμενοι ως καθηγητές κι ως ακαδημαϊκοί, είναι και «εθνικόφρονες». Τουτέστιν φρονούν εθνικά μόνο στο βαθμό που τους το επιτρέπει ένα σενάριο που γράφτηκε από τους υπηρέτες της πολιτικής και της ιστορικής σκοπιμότητας, αυτούς που δημιούργησαν τεχνητά μια έωλη «εθνική συνείδηση» εκ του μη όντος. 

Και ούτω πως, δια της χωροφυλακής και δια της ορθοδοξίας, άρχισε να δημιουργείται από τότε, τεχνηέντως η «εθνική συνείδηση» εν Ελλάδι. Αν λείψει ο χωροφύλακας κι ο παπάς, νοούμενοι ως οι κύριοι παράγοντες της εθνικής μας συνοχής, όλα θα καταρρεύσουν εδώ, κι ο Έλληνας, φανερά πλέον κι όχι συγκαλυμμένα όπως σήμερα, θα αρχίσει να αντιμετωπίζει τον παραδίπλα Έλληνα ως τον κύριο εχθρό του, ξεχνώντας όλους τους «προαιώνιους εχθρούς». 

Η εθνική συνείδηση των νεοελλήνων είναι λοιπόν ομιχλώδης. Ο Αγγελόπουλος μας το έδειξε αυτό καθαρά στους Κυνηγούς, τη μεγάλη του ταινία για μένα. Εκεί, δεν είναι το φάντασμα της ιστορίας που ενεργεί από το παρασκήνιο ως συνήθως στην Ελλάδα, είναι το φάντασμα της ιστορίας που έρχεται στο προσκήνιο και παίρνει τη θέση της κυρίως ειπείν ιστορίας. (Σε τούτο τον τόπο, υπάρχει πάντα ένα θαμμένο μες στα χιόνια πτώμα αντάρτη, που τρομοκρατεί από εκεί σταθερά αυτούς που δεν είναι βέβαιοι για την αξία και τη σημασία της ιστορίας που δημιούργησαν με τη βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ, του δόγματος Τρούμαν, του στρατηγού Βαν φλιτ, και γενικά, όλων των συμμάχων, παλιότερων και νεότερων, που ανέλαβαν να συντηρούν με ενέσεις την πάντα ασθενούσα «εθνική μας συνοχή»).

Πηγή:

https://prin.gr/2021/03/%CF%84%CE%BF%CF%80%CE%AF%CE%BF-%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B1%CE%B7%CE%BB%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82/

 

Ακούστε παρακάτω το Adagio της Ελένης Καραϊνδρου για την ταινία 

     

 

Δείτε παρακάτω το trailer