The Lighthouse – Ο Φάρος

Παραγωγή: Καναδάς/ΗΠΑ - 2019 

Διάρκεια: 109 λεπτά 

Είδος: Μυστηρίου 

Βαθμολογία:  

Σκηνοθεσία: Robert Eggers 

Πρωταγωνιστούν: Robert Pattinson, Willem Dafoe, Valeriia Karaman, Logan Hawkes. 

Βρισκόμαστε στη Νέα Αγγλία στις ανατολικές ακτές των ΗΠΑ, γύρω στο 1890. Σε ένα μυστηριώδες νησί, δυο φύλακες έρχονται να αναλάβουν υπηρεσία σε ένα απομονωμένο φάρο και σταδιακά αποκόπτονται από τον έξω κόσμο λόγω της παρατεταμένης θύελλας. έχουν χρέος να μείνουν στο πόστο τους για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Μόνοι στο φάρο, δεν θα αργήσουν να συγκρουστούν και τελικά να βυθιστούν στα ανείπωτα μυστήρια αυτού του παράξενου μέρους. Το πέρασμα του χρόνου θα φέρει στην επιφάνεια το πνιγηρό αίσθημα απομόνωσης, θα ανασύρει σκοτεινές φαντασιώσεις και, τελικά, θα στρέψει τους δυο άνδρες στην παράνοια.

H δεύτερη, μετά την φημισμένη αλλά και αμφιλεγόμενη Μάγισσα, ταινία του Ρόμπερτ Έγκερς είναι ακόμη πιο φιλόδοξη. Μπολιάζοντας μια ιστορία που έγραψε ο αδελφός του Μαξ με στοιχεία τρόμου αλλά και ναυτικής φιλολογίας τύπου Χέρμαν Μέλβιλ και Ρόμπερτ Λιούις Στίβενσον, δημιουργεί έναν κλειστοφοβικό φιλμικό εφιάλτη που φιλοδοξεί να..Επ! μια στιγμή! Τι ακριβώς επιδιώκει με αυτή την ταινία και με αυτόν τον τρόπο που επέλεξε να την πραγματοποιήσει, αρμόδιος να απαντήσει καλύτερα θα ήταν ίσως ένας ψυχολόγος.

Μια πληθώρα λογοτεχνικών αναφορών πέφτει στους ώμους των δύο πρωταγωνιστών που τραβούν του λιναριού τα πάθη για να φέρουν σε πέρας το καλλιτεχνικό όραμα του 37χρονου Αμερικανού δημιουργού. Η αλήθεια είναι ότι τα καταφέρνουν να στοιχειώσουν κάθε κάδρο του φιλμ με την παρουσία τους και να τιθασεύσουν το ζητούμενο: την σταδιακή κλιμάκωση της παράνοιας μέσα σε ένα κλειστοφοβικό και απομονωμένο περιβάλλον. Ο Έγκερς χρησιμοποιεί φιλμ και τετράγωνο κάδρο (1,19:1), ασπρόμαυρη φωτογραφία βουτηγμένη στην υγρή καταχνιά που είναι και το βασικό ατού της ταινίας αλλά και εκκωφαντική ηχητική μπάντα. Το θέμα είναι ότι όλα αυτά τίθενται στην υπηρεσία μιας υπερβολικά ελλειπτικής (μάλλον αλληγορικής) ίντριγκας, διανθισμένης με μεταφυσικό μυστήριο, βία, λανθάνοντα και μη ερωτισμό και άφθονα σωματικά υγρά (και αέρια). Παράνοια λοιπόν υψηλών λογοτεχνικών προδιαγραφών μπροστά στην κάμερα αλλά μήπως και παράνοια πίσω από αυτήν; ‘Η έστω μια τρέλα μεγαλείου που καθιστά τον Έγκερς φυσικό διάδοχο του Ντέιβιντ Λίντς (αρκεί να «παίρνει τα χάπια του»). Μέχρι στιγμής πάντως και παρά το μυστήριο και τη γοητεία που κουβαλάνε οι ταινίες του (εκτός από το άπειρο hype), το μόνο που καταφέρνει (τουλάχιστον κατά τη δική μας άποψη) ο Έγκερς, είναι να αναγορευθεί σε γκραν μάστερ της δηθενιάς και του art με την κακή έννοια. Αυτό πάντως που κάνει τη θέαση της ταινίας σχεδόν μαρτύριο είναι η ηχητική μπάντα, ένα σύνολο πρωτοποριακής μουσικής, εκκωφαντικών ήχων και γοερών κραυγών που δεν χωνεύονται με τίποτα χωρίς ντεπόν. Παρά την αρνητική εντύπωση που μας έκανε συνολικά, το φιλμ έχει τους οπαδούς του (και είναι πολλοί και φανατικοί). 

Η πρεμιέρα έγινε στο περσινό Φεστιβάλ των Καννών όπου η ταινία απέσπασε το βραβείο FIPRESCI. Οι κριτικές από όλον τον κόσμο ήταν αποθεωτικές και όλοι μιλούσαν για ένα κλειστοφοβικό ταξίδι στη σκοτεινή πλευρά που υπνωτίζει τον θεατή και για μια παράτολμη αλληγορία με υποβλητική δύναμη. Από εκεί και μετά, ο Φάρος σημείωσε μια θριαμβευτική φεστιβαλική πορεία, μέχρι τα Independent Spirit Awards, όπου απέσπασε διπλή υποψηφιότητα για καλύτερο Α’ Ανδρικό ρόλο (ο Πάτινσον και ο Νταφόε ανταγωνίζονται στην ίδια κατηγορία). Κατέληξε δε στους υποψήφιους για Όσκαρ φωτογραφίας. Η επιτομή του δήθεν στο καλλιτεχνικό σινεμά. Περί ορέξεως… 

Διανομή: Tulip Entertainment 

Στις αίθουσες από 30.01.20