Το Κυπαρίσσι του Βυθού

Παραγωγή: Ελλάδα - 2015 

Διάρκεια: 74 λεπτά

Είδος: Ποιητικό Δοκίμιο   

Βαθμολογία: * * *

Σκηνοθεσία: Νίκος Κορνήλιος                       

Πρωταγωνιστούν: Άρτεμις Ιωάννου, Μελίσσα Κωτσάκη, Θοδωρής Ματινόπουλος, Γιώργος Μπακάλος, Δήμητρα Μπάρλα, Δημήτρης Σταματελόπουλος, Σπύρος Τσίκνας, Πηνελόπη Φλουρή.

Υπόθεση: Μπαίνει στη ζωή σου μαθαίνει λεπτομέρειες / από το παρελθόν σου από το σώμα σου / από τις καθημερινές σου συνήθειες / Η ζωή χωρίς αυτήν την ελεητική παρουσία / δεν έχει πια νόημα - και ξαφνικά / φεύγει και η ζωή δεν έχει νόημα... Το πένθος / διαρκεί έναν καιρό κι αν ζήσεις - που θα ζήσεις/ αρχίζεις ξανά ν' αφηγείσαι τις ίδιες λεπτομέρειες / από το παρελθόν, ν' αφήνεις το σώμα σου / σ' ένα άλλο σώμα, να μοιράζεσαι ξανά την κάθε σου μέρα / Η επανάληψη αυτή σε μαθαίνει. Σε μαθαίνει ν' αγνοείς / τη βεβαιότητα των καταφάσεων.  Σε μαθαίνει ν' αγνοείς  / την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική μιας ζωής με νόημα.

Σημείωμα του σκηνοθέτη

Αν ποίηση είναι αυτό που απογυμνώνει  τις λέξεις και τις ωθεί στα όριά τους, άρα  στη σιωπή, τότε ποιητικός κινηματογράφος είναι  αυτός  που  ωθεί  τις εικόνες  στην  παύση τους, στο «σβήσιμό» τους. Που επαναφέρει,  δηλαδή,  το βλέμμα  από την εικόνα στην πραγματικότητα. Αν μπορούμε να βλέπουμε, δεν έχουμε ανάγκη τις εικόνες, τον κινηματογράφο. Αν μπορούμε να ζούμε δεν έχουμε ανάγκη την ποίηση.

«Το κυπαρίσσι του βυθού» είναι μια ταινία ποιητικού κινηματογράφου με την έννοια ότι τα πρόσωπα, οι εικόνες, οι ήχοι, η μουσική, καθώς και το off κείμενο  συμπράττουν, ώστε να δημιουργηθεί ο ανοικτός εκείνος συναισθηματικός χώρος  μιας «γλυκιάς μελαγχολίας της ύπαρξης» - που χαρακτηρίζει κάθε ποιητική γραφή.  Η ταινία έχει σαν στοιχειώδη αφηγηματικό άξονα τη συνεχή διαδικασία περάσματος από το «μοίρασμα με τον άλλο» στη μοναχικότητα μέσα από στοιχεία/εικόνες καθημερινότητας και ονείρου. Τα σώματα «μιλούν» τη δική τους γλώσσα, τη γλώσσα της επιθυμίας και το κείμενο των αφηγητών έρχεται σε αντίστιξη να δοκιμάσει να πει αυτό που δεν λένε (δεν τολμούν να πουν) οι ήρωες ο ένας στον άλλο. Το πέρασμα του χρόνου και η εναλλαγή των εποχών δημιουργεί την αίσθηση μιας συνεχούς αναζήτησης, καθώς και μιας διαδικασίας δημιουργίας της μνήμης. Θέματα – σαν μουσικά θέματα – που επανέρχονται σε όλη τη διάρκεια της ταινίας: ερωτικές συνευρέσεις των σωμάτων, στιγμές χωρισμού, στιγμές καθημερινότητας (όπως σε μια κουζίνα ή στην αγορά), στοιχεία του τοπίου της πόλης - ενός τοπίου που σχολιάζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα των χαρακτήρων. 

Δεν ξέρω αν «επαναφέρει το βλέμμα  από την εικόνα στην πραγματικότητα», αυτό που ξέρω όμως είναι ότι πρόκειται για μια μυσταγωγική εμπειρία που απαιτεί την άνευ όρων παράδοση του θεατή στο ολοκληρωμένο της σύμπαν. Η ανταμοιβή του θα είναι η κοινωνία ενός δύσκολου έργου που ξεπερνά τα όρια της κινηματογραφικής εικόνας για να μεταδώσει, ανάμεσα σε πολλά άλλα, το ανέφικτο της εικονογράφησης του ερωτικού ζευγαριού. Οι άνθρωποι μοιάζουν με μοναχικά κυπαρίσσια ριζωμένα στο χάος ενός συναισθηματικού βυθού από το οποίο ανασύρονται ευκαιριακά, όταν άλλα μοναχικά κυπαρίσσια γέρνουν προς το μέρος τους σπρωγμένα από το θρόισμα του αέρα, για να επανέλθουν σύντομα στη μοναχική τους θέση μόλις ο άνεμος πάψει να φυσά στις ψυχές. Μέχρι η διαδικασία να επαναληφθεί. Αυτό που μένει από το άγγιγμα και την επαφή είναι μονάχα μια μνήμη γλυκιάς μελαγχολίας. 

Είναι αξιοθαύμαστος ό τρόπος που ο σκηνοθέτης καταφέρνει να «ξεκλειδώσει» σωματικά το καστ το οποίο του παραδίδεται με εμπιστοσύνη, σωματικά ολόγυμνο και ψυχικά εκτεθειμένο. Βλέμματα και χάδια χωρίς λόγια με εξαιρετική επιλογή μουσικών θεμάτων που ντύνουν τις εικόνες (μεταξύ αυτών και του ίδιου του σκηνοθέτη) μαγεύουν τον υπομονετικό θεατή.

Ένα one man show ποίημα για απαιτητικούς σινεφίλ και μια οπτικοακουστική δημιουργία υπεράνω εθνικών κινηματογραφικών συνόρων.

Διανομή: Ταινιοθήκη της Ελλάδος

Στις αίθουσες από 24.03.16