Βούλγαρης-Μακρυνόρης: Επιστροφή με Δον Καμίλο

 

Ο Γιώργος Βούλγαρης και ο Γιάννης Μακρυνόρης σε mood χαλαρό και διάθεση καλοκαιρινή μας κέρασαν καφεδάκι στο υπέροχο Superfly της Πλατείας Βαρνάβα και μας μίλησαν για τη νέα τους συνεργασία, για τη διαχρονικότητα του Δον Καμίλο, για τον Μίμη Πλέσσα και τη μουσική του και πολλά άλλα.

Με την ευκαιρία του ανεβάσματος του κλασσικού Δον Καμίλο του Σωτήρη Πατατζή στο θέατρο Μελίνα Μερκούρη της Γλυφάδας στις 27 Ιουνίου (περισσότερα εδώ ), συναντήσαμε τον αγαπημένο μας ηθοποιό και σκηνοθέτη Γιώργο Βούλγαρη και τον επίσης αγαπημένο κινηματογραφιστή Γιάννη Μακρυνόρη για να μας πουν λίγα λόγια για το έργο, τα σχέδια τους και τη νέα τους συνεργασία.

Γιατί Δον Καμίλο τώρα;

Γιώργος: Γιατί; Γιατί όχι; Είναι μια κλασσική φάρσα καταστάσεων, ένα έργο διαχρονικό, ένα θεατρικό έργο με αρκετά κινηματογραφικά στοιχεία που αγαπάμε όπως αγαπάμε και τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, ένα έργο που αν και γράφτηκε πριν 60 χρόνια αντικατοπτρίζει ακόμη και σήμερα τη χώρα μας, ιδιαίτερα σε προεκλογική περίοδο όταν φαίνεται καθαρά η πόλωση των Ελλήνων που πιάνουν τα άκρα, είτε δεξιά είτε αριστερά. Οπότε είπαμε να θυμίσουμε στο κοινό ότι λίγα πράγματα αλλάζουν πραγματικά στο πέρασμα του χρόνου.

Σήμερα έχει γενικευθεί η μόδα να διασκευάζονται σε μεγάλα θεατρικά θεάματα κλασσικές κινηματογραφικές επιτυχίες. Εσείς φαίνεται να ακολουθείτε αντίστροφη πορεία, ανεβάζοντας με κινηματογραφικούς όρους ένα θεατρικό έργο. Ποιο είναι το σκεπτικό σας;

Γιώργος: Ο Γιάννης είναι κινηματογραφιστής που δεν κρύβει την αγάπη του για τον κλασσικό ελληνικό κινηματογράφο και επιλέγοντας ένα θεατρικό έργο για σύγχρονο ανέβασμα, προσπαθούμε να του δώσουμε ροή και ρυθμό κινηματογραφικό και να το εμπλουτίσουμε, καθοδηγώντας τους ηθοποιούς σε κινηματογραφικές ερμηνείες.

Γιάννης: Θεωρούμε ότι, ναι μεν δεν κάνουμε κάτι εντελώς καινούργιο αναμειγνύοντας θεατρικό περιεχόμενο με κινηματογραφική φόρμα, προσπαθούμε όμως και  νομίζουμε ότι τα καταφέρνουμε να δώσουμε κάτι παραπάνω, κάτι πρωτότυπο με τη δουλειά μας.

Θεωρείτε δηλαδή ότι ο Ελληνικός κινηματογράφος τελείωσε με αυτές τις παλιές κλασσικές ταινίες που γυρίστηκαν πριν από τόσα πολλά χρόνια και ανακυκλώνονται ακόμη και σήμερα καθημερινά στις τηλεοπτικές οθόνες;

Γιώργος: Για ποιο ελληνικό σινεμά να μιλήσουμε σήμερα; Δεν υπάρχει σινεμά με απεύθυνση σε ευρύτερο κοινό, δεν υπάρχει πια αυτό το σινεμά κι αν κάποιος το επιχειρήσει, το κάνει με σαχλά σενάρια και σαχλές ερμηνείες.

Γιάννης: Με βωμολοχίες και σεξουαλικά υπονοούμενα, με φτηνό και εύκολο θέαμα προσπαθούν να πιάσουν τις νεότερες ηλικίες, δεν έχουν την ίδια ποιότητα χιούμορ, το ίδιο ερμηνευτικό επίπεδο πια. Παρακμή!

Γιώργος: Οι ταινίες του παλιού ελληνικού σινεμά πολλές φορές δεν είχαν το μπάτζετ ή τους φοβερούς σκηνοθέτες ή τους τεράστιους ερμηνευτές όμως είχαν ένα μεγάλο ατού: γνησιότητα και αμεσότητα. Οι ηθοποιοί κατέθεταν την αλήθεια τους στο πανί κι ο κόσμος ταυτιζόταν μαζί τους και τους ανέβαζε στα ύψη. Σήμερα βγαίνουν πάλι κάποιες ταινίες που έχουν αυτή τη γλυκύτητα, αυτή την απεύθυνση σε ένα ευρύτερο κοινό, υπάρχουν τρεις ή  τέσσερις σκηνοθέτες που προσφέρουν σπουδαίο έργο αλλά μιλάμε πια για μεμονωμένες περιπτώσεις όχι για ένα κινηματογραφικό σώμα με την παλιότερη βιομηχανική έννοια του.

Θα επιμείνω! Δεν έχετε δηλαδή δει τελευταία μια ταινία που να σας άφησε θετικές συνολικές εντυπώσεις;

Γιάννης: Ναι, τελευταία είδαμε το Holy Boom, μια ταινία σε σκηνοθεσία της Μαρίας Λάφη, φιλόδοξο εγχείρημα, όμορφη δουλειά, ζεστή, με ψυχή, με ωραίες ερμηνείες τόσο από την πρωταγωνίστρια τη σπουδαία Νένα Μεντή όσο και από τους νεαρούς πρωταγωνιστές και μια υπόθεση βγαλμένη από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.

Γιώργος: Η μαγκιά της Μαρίας Λάφη είναι ότι πήρε ένα σενάριο, σωστά δομημένο, με αρχή, μέση και τέλος και παρέδωσε μια συγκλονιστική ταινία με σπουδαίες ερμηνείες χωρίς να έχει κανένα σπουδαίο μπάτζετ. Δυστυχώς αυτή η τόσο καλή ταινία δεν βρήκε διανομή. Οκ, ξέρουμε πως λειτουργούν τα πράγματα, αλλά αυτή η ταινία είχε τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε ευρύτατο κοινό όπως πχ οι ταινίες του Τάσου Μπουλμέτη. Ένα σινεμά ανθρωποκεντρικό, χωρίς σκηνοθετικές εμμονές και δήθεν μανιέρες.

Δηλαδή θα σας άρεσε να υπάρχει ένα σινεμά τύπου Κεν Λόουτς ή Αδελφών Νταρντέν αλλά ελληνοκεντρικό;

Γιώργος: Σαφέστατα! Πρέπει να βρεθεί μια μέση οδός για ταινίες που θα ξεφεύγουν από την τηλεοπτική λογική αλλά και σκηνοθέτες που δεν θα επιδιώκουν να αφήσουν το καλλιτεχνικό τους στίγμα σε βάρος του περιεχόμενου με αποτέλεσμα να χάνουν το ευρύτερο κοινό.

Γιάννης: Δεν πρέπει να σνομπάρεις το κοινό, δεν πρέπει να γίνονται ταινίες για να τις δουν οι πέντε ή δέκα φίλοι σου και να αλληλοσυγχαίρεστε, οι ταινίες πρέπει να γίνονται για να τις δει κόσμος, κοινό.

Και μια και μιλήσαμε για τηλεοπτική λογική, θεωρείτε ότι υπάρχει ποιοτικός διαχωρισμός σήμερα ανάμεσα σε κινηματογραφικό θέαμα και τηλεοπτικό προϊόν;

Γιώργος: Καλά κάνουν και γυρίζονται σήριαλ σήμερα για να υπάρχει και απασχόληση στον κλάδο, όμως η πλειοψηφία τους βρίσκεται στον αυτόματο πιλότο όσον αφορά σενάρια και ερμηνείες και είδη. Λίγο δράμα, λίγο χιούμορ, μια τυποποίηση περιεχόμενου με αποδέκτη τη μέση Ελληνίδα νοικοκυρά. Αποτέλεσμα είναι να χάνεται κάθε ίχνος φρεσκάδας και η σπιρτάδα που απαιτείται για να ανέβει επίπεδο η ελληνική τηλεόραση.

Γιάννης: Δεν είναι απαραίτητο το μεγάλο μπάτζετ, καλές ιδέες χρειάζονται, τρέλα και γνήσιο χιούμορ όχι αυτό το τυποποιημένο φτηνό και παρωχημένο σεξοχιούμορ που παρατηρούμε παντού.

Αρκετά μιλήσαμε όμως για σινεμά, εδώ έχουμε έρθει με αφορμή την παράστασή σας. Θα μας πείτε μερικά στοιχεία για το έργο;

Γιώργος: Το έργο διαδραματίζεται σε μια παλιότερη εποχή που δεν θέλαμε να ονοματίσουμε, 50, 60 ή 70, θέλαμε να υπάρχει μια ρετρό διάθεση, κάπου στο παρελθόν, για πολλούς και ευνόητους λόγους. Εκεί βρίσκουμε τον Δον Καμίλο, ιερέα και άνθρωπο του θεού, γνήσιο και ενάρετο που έρχεται, παραμονές εκλογών, αντιμέτωπος με τις δύο ακραίες παρατάξεις, την συντηρητική και την φιλελεύθερη. Εκεί βλέπουμε ότι και οι δύο παρατάξεις είναι βουτηγμένες στη διαφθορά και χρησιμοποιούν δόλια και αθέμιτα μέσα για να αποκτήσουν την εξουσία, συνωμοτούν, κάνουν δολοπλοκίες και λοιπά. Μέσα από διάφορες φαρσικές καταστάσεις, η ιστορία μας κορυφώνεται και ο αγαθός ιερέας καταφέρνει να τα φέρει βόλτα εν μέσω των αμαρτωλών.

Γιάννης: Έχουμε τη μεγάλη τιμή ο κορυφαίος ‘Ελληνας συνθέτης Μίμης Πλέσσας να μας δώσει την άδειά του να χρησιμοποιήσουμε κλασσικές μουσικές του για την παράσταση και τον ευχαριστούμε θερμά τόσο αυτόν όσο και την υπέροχη σύζυγό του Λουκίλα Καρέρ.

Γιώργος: Θεωρώ ότι οφείλεται αποκλειστικά στη Λουκίλα Καρέρ, την οποία αγαπώ και εκτιμώ βαθύτατα, το γεγονός ότι το έργο του μεγάλου Πλέσσα παραμένει και σήμερα ζωντανό και δημοφιλές στο ελληνικό κοινό. Ήρθαμε σε επαφή, εξηγήσαμε τι θέλουμε να κάνουμε και δέχτηκαν με μεγάλη χαρά να μας παραχωρήσουν τα δικαιώματα χρήσης αποσπασμάτων από παλιότερα έργα κλασσικής μουσικής του συνθέτη. Πιστεύουμε ότι η μουσική που επιλέξαμε έδεσε πολύ με αυτό που θέλαμε να παρουσιάσουμε και τους ευχαριστούμε πολύ για αυτό.

Και οι άλλοι συντελεστές της παράστασης;

Γιώργος: Όλοι εξαιρετικοί! Τα σκηνικά είναι της Βιργινίας Γεωργοπούλου, τα κοστούμια της Εβίτας Ασλανίδου, τους φωτισμούς και τον ήχο επιμελήθηκε ο Πάνος Γιατρός, οι φωτογραφίες της παράστασης είναι του Ορφέα Κολιόπουλου, η παραγωγή ανήκει στον Πολιτιστικό Σύλλογο της Γλυφάδας «Προφήτης Ηλίας» και βέβαια ο Μέγας Χορηγός που στήριξε τις ανάγκες της παράστασης είναι ο Hondos Center Γλυφάδας !

Τελευταίους βάζουμε εμάς που κάναμε τη διασκευή, την απόδοση και τη σκηνοθεσία από κοινού. Α! να πούμε φυσικά ότι το art work ανήκει αποκλειστικά στον Γιάννη ενώ η καθοδήγηση των ηθοποιών σε μένα!

Θα λέγατε ότι ο Δον Καμίλο είναι ένα έργο ρεπερτορίου;

Γιώργος: Όχι, θα το χαρακτήριζα μια κλασσική ελληνική κωμωδία που μπορεί να ανέβει σε οποιοδήποτε χώρο, να πάει περιοδεία, είναι έργο κεφάτο, δροσερό με επίκαιρο πάντοτε μήνυμα που κλείνει το μάτι και στη σημερινή πολιτική κατάσταση. Ο θεατής θα περάσει καλά και θα πάρει και μερικά χρήσιμα μηνύματα. Όσο για τους ηθοποιούς, πρόκειται για έργο με ολοκληρωμένους και ολοζώντανους χαρακτήρες που οι ηθοποιοί που τους αναλαμβάνουν πρέπει να διαθέτουν τη σπιρτάδα και την αμεσότητα για να κάνουν δικό τους τον κάθε ρόλο.

Πως βλέπετε τη σύγχρονη τάση να μη σταματά πλέον η Θεατρική σεζόν το Πάσχα όπως γινόταν παραδοσιακά αλλά να συνεχίζεται και μέσα στο καλοκαίρι και μάλιστα, τελευταία, και με έργα κλασσικού ρεπερτορίου;

Γιώργος: Το βρίσκω πολύ φυσικό να επιστρέφουμε σ αυτά τα έργα τα κλασσικά και διαχρονικά που έχουν την δυνατότητα και τη δύναμη να αγγίξουν το ευρύτερο δυνατό κοινό. Ο κόσμος επιστρέφει σε αυτά γιατί βαρέθηκε τις σαχλές ελαφριές «καλοκαιρινές» κωμωδίες! Από την άλλη πόσο Σαίξπηρ και Αρχαία Τραγωδία να δεις και να ξαναδείς;

Πόσες παραστάσεις υπολογίζετε να κάνετε με τον Δον Καμίλο;

Γιώργος: Θέλουμε οι παραστάσεις μας να κρατάνε λίγο. Δεν μας αρέσει να συνεχίζονται για πολύ μεγάλο διάστημα, προτιμάμε να ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Το συγκεκριμένο έργο θα ανέβει για τρεις παραστάσεις στο ανακαινισμένο Θέατρο Μελίνα Μερκούρη της Γλυφάδας από 27 μέχρι και 29 Ιουνίου και μετά θα επανέλθει στον ίδιο χώρο τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο  για λίγες παραστάσεις ακόμη. Το Θέατρο της Γλυφάδας ανακαινίστηκε πρόσφατα από τον δήμαρχο της Γλυφάδας που επανεκλέχθηκε τον κ. Παπανικολάου και είναι ένα διαμάντι για την περιοχή που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις Αθηναϊκές σκηνές του Κέντρου.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

Γιώργος: Το επόμενό μας σχέδιο είναι το ανέβασμα μιας κωμωδίας με τίτλο «Η Δουλειά δεν είναι ντροπή» που έχει γράψει η Στέλλα Χατζή. Αυτή την εποχή είμαστε στη διαδικασία της συμπλήρωσης του καστ. Είναι μια κωμωδία καταστάσεων σουρεαλιστική, γλυκιά, γρήγορη, ρυθμική, έτσι όπως τη θέλουμε.

Γιάννης: Επίσης στα σκαριά έχουμε την κινηματογραφική προσαρμογή α λα ελληνικά ενός παλιότερου αμερικάνικου έργου του Extremities που νομίζω ότι είχε ανέβει και παλιότερα στη σκηνή ως Ακρότητες. Είναι ένα έργο με δύο χαρακτήρες και δυνατές ψυχολογικές εναλλαγές στις οποίες και επικεντρωνόμαστε συγγραφικά.   

Βλέποντας τώρα τελευταία να ανεβαίνουν στο θέατρο έργα σκοτεινά και γοτθικού τρόμου, θέλω να μου πείτε πως και δεν το έχετε σκεφτεί και εσείς που είστε δηλωμένοι λάτρεις του φανταστικού και του gore;

Γιάννης: Αυτό είναι διακαής μας πόθος αλλά ακόμη δεν έχουμε καταλήξει σε κάτι συγκεκριμένο. Αυτό που επεξεργαζόμαστε προς το παρόν είναι μια ιδέα για θρίλερ χιτσκοκικών αποχρώσεων αλλά ακόμη βρισκόμαστε σε αρχικό στάδιο.

Ανάμεσα σε όλα αυτά τα σχέδια περισσεύει καθόλου χρόνος για διακοπές;

Γιάννης: Αναγκαστικά πρέπει να υπάρξει λίγος χρόνος ξεκούρασης μέχρι το επόμενο project, αλλιώς δεν θα αντέξουμε, καλοκαίρι είναι εξάλλου.

Γιώργος: Για μένα αυτή η δουλειά είναι οι διακοπές μου, η ξεκούρασή μου, το λούνα παρκ μου. Όμως τη θάλασσά μου τη χρειάζομαι και σίγουρα θα βρω λίγο χρόνο για βουτιές!

Η συζήτηση και η φωτογράφηση έγιναν στο υπέροχο 80retro καφέ SUPERFLY στο Παγκράτι.

Εμπεδοκλέους 28, Πλατεία Βαρνάβα, τηλ.2114046076.

Κείμενο-Φωτογραφίες: Τάσος Ντερτιλής.

(Στις φωτό έβαλαν το χεράκι τους και οι καλλιτέχνες!)